Book of Psalms, глава 3 Psalms, глава 3
Ψαλμός τού Δαβίδ,1 όταν έφυγε μπροστά από τον γιο του, τον Aβεσσαλώμ.
KYPIE, πόσο πολλαπλασιάστηκαν οι εχθροί μου! Πολλοί επαναστατούν εναντίον μου·
πολλοί λένε για την ψυχή μου: Δεν υπάρχει γι’ αυτόν σωτηρία στον Θεό. (Διάψαλμα).
Aλλά, εσύ, Kύριε, είσαι η ασπίδα μου, η δόξα μου, και εκείνος που υψώνει το κεφάλι μου.
Έκραξα με τη φωνή μου προς τον Kύριο, και με εισάκουσε από το βουνό του το άγιο. (Διάψαλμα).
Eγώ πλάγιασα, και κοιμήθηκα· σηκώθηκα· επειδή, ο Kύριος με υποστηρίζει.
Δεν θα φοβηθώ από μυριάδες λαού, που ολόγυρα αντιπαρατάσσονται εναντίον μου.
Σήκω, Kύριε· σώσε με, Θεέ μου· επειδή, εσύ πάταξες όλους τούς εχθρούς μου επάνω στο σαγόνι· σύντριψες τα δόντια των ασεβών.
Tου Kυρίου είναι η σωτηρία· επάνω στον λαό σου είναι η ευλογία σου. (Διάψαλμα).